Η παρότρυνση ενός φίλου για μία απόδοση της Μήδειας στην ποντιακή διάλεκτο οδήγησε τον Χρήστο Αντωνιάδη στη δημιουργία του ανά χείρας έργου. Ως προς το “γιατί”, η χαρακτηριστική απάντηση που έλαβε, την οποία ο ίδιος έπειτα ενστερνίστηκε και για χρόνια διατύπωνε, ήταν, “διότι η Μήδεια ήταν Πόντια, καταγόμενη από την Κολχίδα του Εύξεινου Πόντου”. Η πρόσκληση αυτομάτως μετασχηματίστηκε σε πρόκληση, καθώς μία πιστή μετάφραση από τα αρχαιοελληνικά στη λεξιλογικά στοιχειωδέστερη “αγροτική, βουκολική” διάλεκτο, όπως ο Χρήστος Αντωνιάδης την αποκαλούσε, θα ήταν ενδεχομένως μία άνιση αναμέτρηση. Ωστόσο, η πιστή αφοσίωση στην πραγμάτωση της μετάφρασης της Μήδειας γρήγορα αντικατέστησε την όποια αρχική επιφύλαξη και, πέντε χρόνια μετά, ολοκληρώνει το σημαντικό αυτό πόνημα. Εξάλλου, ως “κυνηγός” λέξεων, της ποντιακής, δεν θα μπορούσε να είχε κάνει αλλιώς. Αφενός, πίστευε στη δύναμη και την ουσία τους, παρά το συγκριτικά περιορισμένο τους εύρος και αφετέρου, αγωνιζόταν για την αναγέννηση και τη διάσωση “αρχαίων μαγικών λέξεων” όπως τις αποκαλούσε. “Ελπίζω να εκδοθεί και να μείνει στις βιβλιοθήκες των νεότερων γενιών. Να μάθουν για παράδειγμα ότι τις Συμπληγάδες πέτρες εμείς οι Πόντιοι τις λέμε Συμπληγολίθαρα”. Ορμώμενος από έναν όρο, λοιπόν, διαμορφώνει το πρώτο δίστιχο και μία “μαγική” λέξη γίνεται η αφετηρία στη μετάφραση της Μήδειας.
Κάπως ας έτον κι η Αργώ το φτερωτόν καράβιν τα Συμπληγολίθαρα καμμίαν μ’εδεβέν’νεν.
Όπως κάποτε ο ίδιος εξήγησε, επιχειρεί να πλησιάσει “το νόημα της Μήδειας”, να αποδώσει “κάτι εύηχο που να μπορεί να το εκφράσει ένας ηθοποιός” και “να πλησιάζει το μέτρο του Ευριπίδη”. Η παρούσα έκδοση συνιστά μία πολιτισμική κατάθεση του Χρήστου Αντωνιάδη, συμβάλλοντας ουσιαστικά όχι μόνο στην επιβίωση, αλλά τη διάχυση και διαχρονία της ποντιακής διαλέκτου.
Σοφια Ιορδανιδου –
Δεν μπορεί παρά να εκπροσωπεί το μεγαλείο της σκέψης και της ανθρωπιάς του συγγραφέα της. Μόνο ο Χρήστος Αντωνιάδης θα μπορούσε να τολμήσει αυτό εγχείρημα. Η ποντιακή ταυτότητα του οφείλει πολλά!!