«Εσύ γιατί ζεις;» με ρώτησε.
«Τι εννοείς γιατί ζω;»
«Για ποιον λόγο ζεις. Τι θέλεις εδώ πέρα στο χώμα πάνω».
Ο Πάτρικ μιλούσε πολύ απλοϊκά. Για να συνεννοηθώ, έπρεπε να σκέφτομαι περισσότερο σαν μικρό παιδί.
«Είχα έναν σκοπό, αλλά τον πέτυχα νομίζω. Έγινα αυτό που ήθελα. Δημιούργησα μια μεγάλη διαφημιστική εταιρία, μια από τις μεγαλύτερες στη χώρα μου. Έκανα πολλά λεφτά, και ακόμη περισσότερα όταν την πούλησα. Με γράψανε όλες οι εφημερίδες. Έγινα δημοφιλής σε μια μέρα».
«Αν πέτυχες τον σκοπό σου, γιατί δεν είσαι ευτυχισμένος και φοβάσαι τον θάνατο; Μήπως δεν ήταν αυτός ο αληθινός σκοπός της ζωής σου; Νομίζω πως αν είχες πετύχει τον σκοπό της ζωής σου τίποτα δε θα μπορούσε να σε φοβίσει πλέον. Θα ήσουν γεμάτος».
Ο φόβος του θανάτου, ο προσωπικός σκοπός του κάθε ανθρώπου, ο ρόλος των υλικών αγαθών, η σημασία των πνευματικών αγαθών,οι ανθρώπινες σχέσεις, οι δοκιμασίες της ζωής και τα ρίσκα, είναι τα συστατικά αυτού του βιβλίου.
Ο εκατομμυριούχος Κέβιν και η “Επίμονη Μαϊμού” του, που τελικά γίνεται η καλύτερή του φίλη, μας παρασέρνουν σε ένα εσωτερικό ταξίδι αναζήτησης της ουσίας, της γαλήνης, της δεύτερης ευκαιρίας και του νοήματος της ζωής. Ο Κέβιν το βρήκε. Εσύ;
George K. –
Ο πρωταγωνιστής σαν άλλος Φιλέας Φογκ καταργεί σύνορα και ηπείρους σε 3 βδομάδες συνεχούς ταξιδιού. Από εκατομμυριούχος μεταμορφώνεται σε μικρό πρίγκιπα και ανακαλύπτει νέους κόσμους που αφήνουν το στίγμα τους επάνω του.
Μια αναφορά στον καπιταλιστικό κόσμο, τον καταναλωτισμό και τη ματαιοδοξία που έπλασαν και διαμόρφωσαν έναν άνθρωπο, ερήμην του. Φυλακισμένος στην αξία του χρήματος και της επαγγελματικής ανόδου και καταξίωσης του, εγκλωβισμένος δε, στο ίδιο του το μυαλό, παλεύοντας με την μοναξιά και τους φόβους του. Όλα είναι εφήμερα τελικά. Κι η πορεία για να το καταλάβουμε εξαρτάται από το πόσο ψηλά ή χαμηλά φτάσαμε. Κυρίαρχο θέμα του βιβλίου ο θάνατος, χωρίς όμως αναφορές σε γεγονότα σπαρακτικά και ψυχοπλακωτικά. Αρκεί ο φόβος του θανάτου, η αναμονή του, η αδυναμία να τον αποφύγεις.
“Υπάρχουν πολλοί τρόποι να ζεις αφού έχεις πεθάνει, και να πεθάνεις όταν ζεις, παιδί μου.”