Ψυχολογία / Προσωπική ανάπτυξη

Επικοινωνιακές δεξιότητες και η τέχνη της διεκδίκησης

epikoinwniakes-deksiothtes-kai-h-texnh-ths-diekdikhshs

Επικοινωνιακές δεξιότητες και η τέχνη της διεκδίκησης

Υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων: αυτοί που καταφέρνουν πάντα να ακουστούν, ακόμα κι αν μιλούν ψιθυριστά, και αυτοί που, όσο κι αν φωνάζουν, καταλήγουν να νιώθουν αόρατοι. Στην καθημερινότητα, το να διεκδικεί κανείς τον χώρο του χωρίς να γίνεται φορτικός ή επιθετικός μοιάζει με λεπτή ισορροπία. Άλλες φορές, μας κατηγορούν πως είμαστε πολύ απαιτητικοί, άλλες φορές πως δεν εκφραζόμαστε αρκετά. Το αποτέλεσμα; Απογοήτευση, θυμός και μια διαρκής αίσθηση ότι δεν μας παίρνουν στα σοβαρά.

Αν σου έχει συμβεί να φύγεις από μια συζήτηση νιώθοντας ότι δεν είπες αυτό που ήθελες, δεν είσαι μόνος. Αντίστοιχα, αν έχεις πιάσει τον εαυτό σου να ανεβάζει τους τόνους για να γίνει κατανοητός, αλλά στο τέλος να προκαλεί μόνο αντιπαράθεση, επίσης δεν είσαι ο μόνος.

Η επικοινωνία είναι τέχνη, και όπως κάθε τέχνη, έχει τους δικούς της κανόνες. Η διεκδικητική συμπεριφορά είναι ένα από τα πιο δυνατά επικοινωνιακά εργαλεία που μπορείς να αναπτύξεις – αλλά δυστυχώς, είναι και ένα από τα πιο παρεξηγημένα.

Γιατί πολλοί συγχέουν τη διεκδικητικότητα με την επιθετικότητα; Γιατί κάποιες φορές, όταν προσπαθούμε να εκφράσουμε τις ανάγκες μας, εισπράττουμε αρνητική αντίδραση; Και τελικά, πώς μπορούμε να επικοινωνούμε με τρόπο που να μας ακούνε, να μας καταλαβαίνουν και να μας σέβονται;

Στο άρθρο που ακολουθεί, θα αποδομήσουμε τους μύθους γύρω από τη διεκδικητικότητα και θα δούμε 3+1 πρακτικές στρατηγικές για να την εφαρμόσουμε σωστά στην καθημερινότητά μας, καλλιεργώντας αποτελεσματικές επικοινωνιακές δεξιότητες.

Επικοινωνιακές δεξιότητες: Η διαφορά διεκδίκησης και επιθετικότητας

Αν υπάρχει κάτι που επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής μας, από τις προσωπικές μας σχέσεις μέχρι την επαγγελματική μας εξέλιξη, αυτό είναι οι επικοινωνιακές δεξιότητες. Το πώς εκφραζόμαστε, πώς ακούμε και πώς θέτουμε όρια καθορίζει όχι μόνο την ποιότητα των διαπροσωπικών μας σχέσεων, αλλά και το πώς μας αντιλαμβάνονται οι άλλοι.

Στο πλαίσιο αυτό, η διεκδικητική συμπεριφορά είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους επικοινωνίας. Είναι η ικανότητα να μιλάμε ανοιχτά για τις ανάγκες και τα όριά μας, χωρίς να παραβιάζουμε τα δικαιώματα των άλλων. Ωστόσο, εδώ ακριβώς ξεκινά η μεγάλη παρεξήγηση: πολλοί θεωρούν ότι το να διεκδικείς σημαίνει να πιέζεις, να απαιτείς, ακόμα και να επιβάλλεσαι. Αυτή η λανθασμένη αντίληψη συχνά οδηγεί σε επιθετική συμπεριφορά, που όχι μόνο δεν βοηθά την επικοινωνία, αλλά συνήθως τη χειροτερεύει.

Από την άλλη, υπάρχουν και εκείνοι που αποφεύγουν κάθε μορφή αντιπαράθεσης, υποχωρώντας συνεχώς για να “διατηρήσουν την ηρεμία”. Αυτή η στάση, αν και μπορεί να φαίνεται πιο “ειρηνική”, έχει σοβαρές επιπτώσεις. Όταν καταπιέζουμε τις ανάγκες μας και αποφεύγουμε τη διεκδίκηση, οδηγούμαστε συχνά σε εσωτερική δυσαρέσκεια, θυμό και τελικά σε εκρήξεις που μοιάζουν ανεξέλεγκτες.

Επικοινωνιακές δεξιότητες και η τέχνη της διεκδίκησης

Πώς ξεχωρίζουμε τη διεκδικητική συμπεριφορά από την επιθετικότητα;

Αν μπορούσαμε να συνοψίσουμε τη διαφορά σε μία φράση, θα ήταν η εξής:
Η διεκδικητικότητα δημιουργεί χώρο για όλους. Η επιθετικότητα προσπαθεί να πάρει όλο τον χώρο για τον εαυτό της.

✔ Η διεκδικητικότητα βασίζεται στη σαφή, ήρεμη και σταθερή επικοινωνία.
❌ Η επιθετικότητα εκφράζεται με ένταση, επιβολή και άσκηση πίεσης.

✔ Ο διεκδικητικός άνθρωπος σέβεται τις απόψεις των άλλων, ακόμα κι αν διαφωνεί.
❌ Ο επιθετικός προσπαθεί να επιβάλλει τη δική του άποψη ως μοναδική αλήθεια.

✔ Η διεκδικητική συμπεριφορά ενισχύει την αυτοπεποίθηση και προάγει τον αμοιβαίο σεβασμό.
❌ Η επιθετικότητα οδηγεί σε σύγκρουση, απομάκρυνση και δυσάρεστα συναισθήματα.

Γιατί τόσοι άνθρωποι μπερδεύουν τη διεκδικητικότητα με την επιθετικότητα;

Η απάντηση βρίσκεται στις εμπειρίες μας και στα κοινωνικά μας πρότυπα.

  • Πολλοί από εμάς δεν έχουμε διδαχθεί πώς να εκφραζόμαστε διεκδικητικά. Μεγαλώνουμε βλέποντας δύο άκρα: από τη μία, ανθρώπους που αποφεύγουν τη σύγκρουση πάση θυσία, και από την άλλη, εκείνους που φωνάζουν, απαιτούν και πιέζουν για να επιβληθούν. Σπάνια βλέπουμε το υγιές ενδιάμεσο σημείο.

  • Οι κοινωνικές προσδοκίες παίζουν επίσης ρόλο. Συχνά, άνθρωποι που είναι ευθείς και εκφράζουν τη γνώμη τους χαρακτηρίζονται ως “δύσκολοι”, “αυταρχικοί” ή “εγωιστές”, ενώ στην πραγματικότητα ασκούν υγιή διεκδικητικότητα.

Η έλλειψη διεκδίκησης οδηγεί σε ακούσια επιθετικότητα

Ένα ενδιαφέρον φαινόμενο που παρατηρείται συχνά είναι ότι πολλοί άνθρωποι που φοβούνται να διεκδικήσουν, τελικά γίνονται επιθετικοί. Πώς συμβαίνει αυτό;

  • Όταν κάποιος αποφεύγει διαρκώς να εκφράζει τις ανάγκες του, η ένταση συσσωρεύεται μέσα του.

  • Η καταπιεσμένη δυσαρέσκεια μετατρέπεται σε θυμό, και όταν πια ξεσπά, το κάνει με ένταση.

  • Αυτός ο θυμός δεν φαίνεται “δικαιολογημένος” στους γύρω του, γιατί η δυσφορία του δεν είχε εκφραστεί σταδιακά.

  • Έτσι, αντί να θεωρηθεί κάποιος που υπερασπίζεται τον εαυτό του, μοιάζει απλώς οξύθυμος ή υπερβολικός.

Η διεκδικητικότητα είναι δεξιότητα και όχι ένστικτο. Δεν είναι κάτι που “έχεις ή δεν έχεις” από τη φύση σου, αλλά κάτι που μαθαίνεται και εξασκείται.

Η καλλιέργεια υγιών επικοινωνιακών δεξιοτήτων μας δίνει τη δυνατότητα να μιλήσουμε για τις ανάγκες μας έγκαιρα, χωρίς να συσσωρεύουμε θυμό. Και το πιο σημαντικό: να ακουστούμε πραγματικά, χωρίς να χρειαστεί να φωνάξουμε.

Οι επικοινωνιακές δεξιότητες χτίζουν υγιή προσωπικά όρια στις σχέσεις

Πόσο συχνά έχεις βρεθεί σε μια κατάσταση όπου ένιωθες άβολα, αλλά δεν είχες το θάρρος να μιλήσεις; Πόσες φορές είπες “ναι” όταν το σώμα σου ήθελε να φωνάξει “όχι”; Τα προσωπικά όρια στις σχέσεις είναι μια από τις σημαντικότερες, αλλά και πιο παρεξηγημένες πτυχές των επικοινωνιακών δεξιοτήτων. Για πολλούς, το να θέτουν όρια μοιάζει με απόρριψη ή αγένεια. Άλλοι φοβούνται ότι αν εκφράσουν τις πραγματικές τους ανάγκες, θα χαρακτηριστούν δύσκολοι ή υπερβολικά ευαίσθητοι. Όμως, η αλήθεια είναι ακριβώς η αντίθετη: οι άνθρωποι που δεν θέτουν όρια, είναι εκείνοι που καταλήγουν να νιώθουν εξαντλημένοι, πικραμένοι και συχνά θυμωμένοι, χωρίς να καταλαβαίνουν το γιατί.

Η δυσκολία να οριοθετήσουμε τους εαυτούς μας προέρχεται συχνά από τον φόβο της σύγκρουσης. Το να πούμε “όχι” σε κάτι που δεν μας εξυπηρετεί μπορεί να μας κάνει να νιώθουμε ένοχοι, ειδικά αν έχουμε μάθει να βάζουμε τις ανάγκες των άλλων πάνω από τις δικές μας. Ωστόσο, αυτή η συμπεριφορά δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο: όσο περισσότερο καταπιέζουμε τις ανάγκες μας, τόσο περισσότερο χάνουμε τον σεβασμό των γύρω μας – και το χειρότερο, τόσο περισσότερο χάνουμε τον σεβασμό προς τον εαυτό μας.

Επικοινωνιακές δεξιότητες και η τέχνη της διεκδίκησης

Συνδέοντας τις επικοινωνιακές δεξιότητες και τα προσωπικά όρια

Η διεκδικητική συμπεριφορά είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ικανότητά μας να θέτουμε όρια. Αν δεν ξέρουμε πού σταματάμε εμείς και πού ξεκινά ο άλλος, τότε είναι αδύνατο να επικοινωνήσουμε με σαφήνεια. Όταν έχουμε ξεκάθαρα προσωπικά όρια:

Δεν αισθανόμαστε ενοχές όταν εκφράζουμε τις ανάγκες μας.

Δεν επιτρέπουμε στους άλλους να μας εκμεταλλεύονται ή να μας πιέζουν.

Επικοινωνούμε με ηρεμία και σιγουριά, αντί να φτάνουμε σε σημείο έκρηξης.

Το να βάζουμε όρια δεν σημαίνει να γινόμαστε αδιάλλακτοι ή απόμακροι. Αντίθετα, είναι ο καλύτερος τρόπος για να καλλιεργούμε υγιείς σχέσεις – σχέσεις όπου και τα δύο μέρη νιώθουν σεβασμό, ασφάλεια και αμοιβαία εκτίμηση.

Τι συμβαίνει όταν δεν βάζουμε όρια;

Όταν αποφεύγουμε να οριοθετήσουμε τη θέση μας, στέλνουμε ασυνείδητα το μήνυμα ότι οι ανάγκες μας είναι λιγότερο σημαντικές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα:

  • Αίσθημα καταπίεσης: Το να μην εκφράζουμε τις πραγματικές μας επιθυμίες, μας κάνει να νιώθουμε ότι ζούμε “για τους άλλους”.
  • Συσσωρευμένος θυμός: Όταν καταπιέζουμε τις ανάγκες μας για καιρό, ο θυμός εκδηλώνεται είτε με απότομες εκρήξεις είτε με παθητικο-επιθετική συμπεριφορά.
  • Διαταραγμένες σχέσεις: Αν δεν ορίσουμε εμείς τα όριά μας, οι άλλοι θα συνεχίσουν να τα παραβιάζουν – όχι επειδή είναι κακοί, αλλά επειδή ποτέ δεν τους δείξαμε πού βρίσκονται.
  • Έλλειψη σεβασμού: Όταν δεν επικοινωνούμε τις ανάγκες μας, οι άλλοι συχνά μας θεωρούν δεδομένους.

Το αντίθετο, όμως, είναι εξίσου επιβλαβές: αν βάζουμε υπερβολικά αυστηρά όρια, γινόμαστε απόμακροι και δυσπρόσιτοι. Για αυτό η διεκδικητική συμπεριφορά παίζει τόσο σημαντικό ρόλο: μας επιτρέπει να εκφράζουμε τα όριά μας με τρόπο που δεν απωθεί, αλλά αντίθετα χτίζει εμπιστοσύνη και ξεκάθαρες σχέσεις.

Πώς να θέσω υγιή προσωπικά όρια;

Μάθε να λες “όχι” χωρίς εξηγήσεις: Ένα “όχι” είναι πλήρης πρόταση. Δεν χρειάζεται να δικαιολογούμε κάθε απόφασή μας, ειδικά όταν αφορά τα προσωπικά μας όρια.

Χρησιμοποίησε ξεκάθαρη γλώσσα: Αντί να πεις “Δεν μου αρέσει αυτό που κάνεις”, μπορείς να πεις “Θα προτιμούσα να το κάνουμε διαφορετικά, γιατί έτσι νιώθω πιο άνετα”.

Επικοινώνησε με “Εγώ-Μηνύματα”: “Νιώθω άβολα όταν συμβαίνει αυτό”, αντί για “Πάντα το κάνεις αυτό!”. Η γλώσσα που χρησιμοποιούμε καθορίζει το πώς θα μας ακούσουν οι άλλοι.

Μην φοβάσαι τη δυσαρέσκεια των άλλων: Το να θέτουμε όρια δεν σημαίνει ότι όλοι θα συμφωνούν μαζί μας. Σημαίνει ότι σεβόμαστε τον εαυτό μας αρκετά ώστε να μην επιτρέπουμε στους άλλους να μας παραβιάζουν.

Αντανακλά τη στάση σου και στις πράξεις σου: Δεν αρκεί να λες ότι βάζεις όρια. Πρέπει να τα υπερασπίζεσαι και στην πράξη, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να επαναλάβεις τη θέση σου περισσότερες από μία φορές.

Η δύναμη του να επικοινωνείς τα όριά σου με αυτοπεποίθηση

Δεν είναι εύκολο να αρχίσουμε να λέμε “όχι” όταν όλη μας τη ζωή έχουμε μάθει να λέμε “ναι” για να αποφύγουμε την ένταση. Όμως, η υγιής επικοινωνία δεν βασίζεται στην αποφυγή, αλλά στην κατανόηση. Τα προσωπικά όρια είναι ο τρόπος με τον οποίο δείχνουμε στους άλλους πώς θέλουμε να μας φέρονται.

Όταν μάθουμε να εκφραζόμαστε με σαφήνεια, ηρεμία και αυτοπεποίθηση, τότε οι σχέσεις μας βελτιώνονται. Και πάνω απ’ όλα, βελτιώνεται η σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας.

Επόμενο βήμα: Στην επόμενη ενότητα, θα δούμε 3+1 πρακτικές στρατηγικές για να εφαρμόσουμε τη διεκδικητική συμπεριφορά στην πράξη.

3+1 πρακτικές στρατηγικές για να καλλιεργήσεις  τις επικοινωνιακές σου δεξιότητες και την διεκδικητική συμπεριφορά σου

Το να γνωρίζουμε τη σημασία της διεκδικητικότητας είναι το πρώτο βήμα. Το δεύτερο – και πιο δύσκολο – είναι να την εφαρμόσουμε στην πράξη. Οι επικοινωνιακές δεξιότητες δεν αναπτύσσονται από τη μία μέρα στην άλλη. Χρειάζονται εξάσκηση, αυτογνωσία και μια σειρά από συνειδητές επιλογές στην καθημερινότητά μας.

Αν έχεις βρεθεί ποτέ σε μια συζήτηση όπου δεν ήξερες πώς να πεις κάτι χωρίς να φανείς πιεστικός ή απόμακρος, τότε ξέρεις πόσο δύσκολη μπορεί να γίνει η επικοινωνία. Η λύση δεν είναι ούτε η απόλυτη ειλικρίνεια που πληγώνει, ούτε η υποχώρηση που μας αφήνει με απωθημένα. Η λύση βρίσκεται στις τεχνικές που μας βοηθούν να εκφραζόμαστε με σαφήνεια, χωρίς να παραβιάζουμε τα όρια των άλλων ή τα δικά μας.

Οι Σειρήνες της Υπερβολής και πώς να αψηφήσουμε το κάλεσμα τους

Η θεωρία είναι σημαντική, αλλά η πραγματική αλλαγή έρχεται μέσα από την πράξη. Πώς μπορούμε, λοιπόν, να μετατρέψουμε τη γνώση για τη διεκδικητικότητα σε κάτι εφαρμόσιμο στην καθημερινότητά μας;

Στο βιβλίο “Οι Σειρήνες της Υπερβολής: Και Πώς να Αψηφήσουμε το Κάλεσμά Τους” της Νίκευας Μοσχοπούλου, αναλύονται πρακτικοί τρόποι για να βελτιώσουμε τις επικοινωνιακές δεξιότητες μας και να μάθουμε να διεκδικούμε με αυτοπεποίθηση, χωρίς να νιώθουμε άβολα ή ένοχα. Οι παρακάτω 3+1 στρατηγικές βασίζονται σε τεχνικές από το βιβλίο, δίνοντάς μας μια ξεκάθαρη καθοδήγηση για το πώς να μιλήσουμε έτσι ώστε να μας ακούν – και να μας καταλαβαίνουν.

1: Χρησιμοποίησε σαφή και ξεκάθαρη διατύπωση

Πόσες φορές έχεις πει κάτι και έχει παρερμηνευτεί; Ή μήπως έχεις βρεθεί σε καταστάσεις όπου οι άλλοι δεν καταλάβαιναν τι πραγματικά ήθελες να πεις; Ένας από τους βασικούς λόγους που οι άνθρωποι δεν ακούγονται είναι επειδή εκφράζουν τις ανάγκες τους με ασάφεια.

Για παράδειγμα, σκέψου τη διαφορά ανάμεσα στο:
«Δεν μου αρέσει αυτό»
«Θα προτιμούσα να το κάνουμε διαφορετικά, γιατί έτσι νιώθω πιο άνετα»

Στην πρώτη περίπτωση, ο συνομιλητής δεν έχει επαρκείς πληροφορίες για να κατανοήσει την ανάγκη μας. Στη δεύτερη, η διατύπωση είναι σαφής, ήρεμη και παρέχει εξήγηση, κάνοντας την επικοινωνία πιο αποτελεσματική.

Όταν εκφράζουμε ξεκάθαρα τι θέλουμε και γιατί, δίνουμε στον άλλον τη δυνατότητα να ανταποκριθεί κατάλληλα, χωρίς να αισθανθεί ότι απειλείται ή ότι τον απορρίπτουμε.

2: Μίλα με “Εγώ-Μηνύματα” αντί για κατηγορίες

Ένα από τα πιο συνηθισμένα λάθη που κάνουμε στην επικοινωνία είναι ότι κατηγορούμε τους άλλους αντί να εκφράζουμε το πώς νιώθουμε. Αυτό, όμως, οδηγεί σε αμυντικές αντιδράσεις και συγκρούσεις.

«Πάντα με αγνοείς όταν μιλάμε!»
«Νιώθω ότι δεν λαμβάνεις υπόψη τη γνώμη μου, και αυτό με στενοχωρεί»

Στη δεύτερη περίπτωση, αντί να κατηγορήσουμε τον άλλον, παρουσιάζουμε το συναίσθημά μας. Με αυτόν τον τρόπο, δεν προκαλούμε αντιπαράθεση, αλλά αφήνουμε χώρο στον συνομιλητή να κατανοήσει την επίδραση της συμπεριφοράς του σε εμάς.

Η χρήση των “Εγώ-Μηνυμάτων” είναι από τις πιο ισχυρές επικοινωνιακές δεξιότητες. Μας επιτρέπει να είμαστε ειλικρινείς χωρίς να γινόμαστε επιθετικοί, ενώ ταυτόχρονα ανοίγει τον δρόμο για έναν πιο εποικοδομητικό διάλογο.

3: Αναγνώρισε τις ανάγκες σου πριν μιλήσεις

Αν δεν ξέρουμε τι ακριβώς θέλουμε, πώς μπορούμε να το εκφράσουμε; Η αυτογνωσία είναι βασικό συστατικό της διεκδικητικής επικοινωνίας. Πριν ξεκινήσεις μια συζήτηση, αναρωτήσου:

Τι είναι αυτό που πραγματικά χρειάζομαι;
Γιατί είναι σημαντικό για μένα;
Πώς μπορώ να το διατυπώσω ώστε να ακουστεί χωρίς να προκαλέσει ένταση;

Για παράδειγμα, αν αισθάνεσαι ότι οι συνάδελφοί σου δεν σέβονται τον χρόνο σου, αντί να παραπονιέσαι γενικά για την κατάσταση, μπορείς να προσδιορίσεις τι ακριβώς χρειάζεσαι:

«Με εκνευρίζει που μπαίνετε στο γραφείο μου όλη την ώρα!»
«Θα εκτιμούσα αν μπορούσαμε να προγραμματίζουμε τις συναντήσεις μας, ώστε να παραμένω συγκεντρωμένος στη δουλειά μου».

Η διαφορά είναι τεράστια. Όταν ξέρουμε τι θέλουμε και το εκφράζουμε με σεβασμό, αυξάνουμε τις πιθανότητες να λάβουμε τη συνεργασία που χρειαζόμαστε.

Επικοινωνιακές δεξιότητες και η τέχνη της διεκδίκησης

4: Δέξου ότι οι άλλοι μπορεί να διαφωνούν – και αυτό είναι εντάξει

Ακόμα και όταν επικοινωνούμε με τον πιο διεκδικητικό και ευγενικό τρόπο, δεν σημαίνει ότι οι άλλοι θα συμφωνήσουν ή θα ανταποκριθούν ακριβώς όπως θα θέλαμε. Και αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό.

Η διεκδικητική συμπεριφορά δεν έχει ως στόχο να επιβάλει τις απόψεις μας, αλλά να διασφαλίσει ότι έχουμε εκφράσει τη θέση μας με σαφήνεια και σεβασμό.

Αυτό σημαίνει ότι:
✔ Δεν χρειάζεται να δικαιολογούμε συνέχεια τις ανάγκες μας.
✔ Δεν χρειάζεται να πιέζουμε τους άλλους να συμφωνήσουν.
✔ Δεν σημαίνει ότι αποτύχαμε αν κάποιος δεν αποδεχτεί το αίτημά μας.

Το πιο σημαντικό είναι να μάθουμε να νιώθουμε άνετα με το γεγονός ότι δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις αντιδράσεις των άλλων. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να επικοινωνούμε με σαφήνεια, αυτοπεποίθηση και σεβασμό.

Εξασκώντας τη διεκδικητική συμπεριφορά και τις επικοινωνιακές δεξιότητες

Οι επικοινωνιακές δεξιότητες είναι σαν ένας μυς: όσο περισσότερο τις εξασκούμε, τόσο πιο φυσικές γίνονται. Το να μάθουμε να μιλάμε ξεκάθαρα, να αποφεύγουμε τις κατηγορίες και να αναγνωρίζουμε τις ανάγκες μας, δεν είναι κάτι που θα πετύχουμε από τη μία μέρα στην άλλη. Αλλά κάθε φορά που το δοκιμάζουμε, κάθε φορά που επιλέγουμε την ξεκάθαρη επικοινωνία αντί για την παθητικότητα ή την ένταση, ερχόμαστε ένα βήμα πιο κοντά σε υγιείς και ισορροπημένες σχέσεις.

Το επόμενο βήμα είναι να μάθουμε πώς να εφαρμόσουμε αυτές τις στρατηγικές στην καθημερινή ζωή, διαμορφώνοντας έναν τρόπο επικοινωνίας που μας επιτρέπει να ακουγόμαστε, να κατανοούμαστε και να διατηρούμε την αυτοπεποίθησή μας.

Η διεκδικητική επικοινωνία δεν είναι κάτι που έχουμε εκ γενετής – είναι μια δεξιότητα που καλλιεργείται. Δεν χρειάζεται να επιλέγουμε ανάμεσα στο να είμαστε επιθετικοί ή να σωπαίνουμε. Υπάρχει ένας ενδιάμεσος δρόμος, όπου εκφράζουμε τις ανάγκες μας με σαφήνεια, χωρίς να επιβάλλουμε ή να υποχωρούμε.

Το να μάθουμε να μιλάμε ξεκάθαρα, να θέτουμε όρια και να διεκδικούμε όσα μας αξίζουν, δεν σημαίνει ότι θα γίνουμε “δύσκολοι” ή “αυταρχικοί”. Αντίθετα, σημαίνει ότι θα ζούμε με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, σεβασμό και αυθεντικότητα. Οι επικοινωνιακές δεξιότητες είναι το εργαλείο που μας επιτρέπει να χτίσουμε σχέσεις βασισμένες στην αμοιβαία κατανόηση και όχι στον φόβο ή την ένταση.

Αν θες να εμβαθύνεις ακόμα περισσότερο σε αυτά τα θέματα και να αποκτήσεις συγκεκριμένες πρακτικές τεχνικές, το βιβλίο “Οι Σειρήνες της Υπερβολής: Και Πώς να Αψηφήσουμε το Κάλεσμά Τους” της Νίκευας Μοσχοπούλου είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο που μπορεί να σε καθοδηγήσει.

Περιλαμβάνει δοκιμασμένες στρατηγικές, ασκήσεις και παραδείγματα που θα σε βοηθήσουν να αναπτύξεις τις δεξιότητές σου βήμα-βήμα.

Η αλλαγή δεν γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη. Αλλά το πρώτο βήμα είναι να συνειδητοποιήσεις ότι έχεις το δικαίωμα να ακουστείς – και τον τρόπο να το κάνεις σωστά.

Αν όχι τώρα, τότε πότε; Βρες το βιβλίο ΕΔΩ!